Οι Φανοί

Μοναδικότητα

Γιατί επιμένουν οι Κοζανίτες στη μοναδικότητα του εθίμου αυτού στον Ελλαδικό χώρο;  Στο κάτω –κάτω εορταστικές καθαρτήριες πυρές ανάβουν σε πολλά μέρη της Βόρειας Ελλάδας κυρίως, με τους ανθρώπους να χορεύουν και να τραγουδούν γύρω απ’ αυτές καλώντας μαγικά τις υπερφυσικές δυνάμεις να τους χαρίσουν υγεία, γονιμότητα, αφθονία. Τι είναι αυτό που κάνει το Φανό της Κοζάνης ξεχωριστό;

Ο σημαντικότερος  λόγος είναι, νομίζω,  ο συνδυασμός της φωτιάς με το ιδιότυπο αποκριάτικο τραγούδι και χορό γύρω απ’ αυτήν. Ενώ σε άλλες περιοχές, στα χωριά της Θράκης π.χ. ή στον Πόντο κατά τον Γ. Λυριτζή αλλά και στη Σιάτιστα (κλαδαρές) ανάβει η πυρά σα μέρος  μιας ευχετήριας τελετής για το καλό της χρονιάς, στην Κοζάνη συνδυάζεται επιπλέον  και με την ιδέα της ανατροπής, της αμφισβήτησης ιδεών και ιεραρχίας και την κατάργηση των ορίων, που εμπεριέχει η Αποκριά.

Το δεύτερο που εξασφαλίζει μοναδικότητα στο Φανό είναι η μορφή του. Δεν πρόκειται για μια τεράστια φωτιά που πρέπει  συνεχώς να τροφοδοτείται, δεν ελέγχεται ούτε πλησιάζεται εύκολα και γρήγορα σβήνει, όπως γίνεται μ’ όλες τις άλλες που ανάβουν πάνω στο έδαφος. Αντίθετα καίει πάνω σε ένα είδος βωμού, κρατιέται σταθερή όλη τη νύχτα με λίγη προσπάθεια και καύσιμα, και επιτρέπει τη συγκέντρωση μεγάλου πλήθους γύρω της. Αυτό εξασφαλίζει διάρκεια στην τελετή, πράγμα που με τη σειρά του επιτρέπει και πολλές εναλλαγές ατμόσφαιρας και διάθεσης με μεγάλη ποικιλία.

Ένα τρίτο στοιχείο είναι η ύπαρξη πολλών σταθερών εστιών. Αυτό δίνει τη δυνατότητα στους υπεύθυνους του Φανού να λειτουργούν σαν οικοδεσπότες σε σχέση με ένα χώρο στον οποίο βάζουν την προσωπική τους σφραγίδα σαν ομάδα, και επιτρέπει στους υπόλοιπους να μετακινούνται από Φανό σε Φανό και να ρίχνονται κάθε φορά σε ένα καινούριο πανηγύρι, μέσα σε μια πόλη που φλέγεται ολόκληρη στο Διονυσιακό αυτό γλέντι.

Τι είναι ο Φανός

Πρόκειται για μια γιορτή με λατρευτικό και ανατρεπτικό χαρακτήρα, που στήνεται γύρω  από ένα βωμό στον  οποίο η φωτιά καίει ακοίμητη όλη τη νύχτα. Γίνεται το βράδυ της Κυριακής της Αποκριάς όταν το κέφι βρίσκεται στο αποκορύφωμά του, όταν η απελευθέρωση από τις αναστολές έχει φτάσει στο ανώτερο δυνατό σημείο και η οινοποσία ενθαρρύνει τους ανθρώπους να χαλαρώσουν και να χαρούν τη μοναδικότητα της στιγμής. Γύρω από η φωτιά σχηματίζεται ένας κύκλος  με επικεφαλή τον κορυφαίο τραγουδιστή, ο οποίος τραγουδάει πρώτος στίχο-στίχο τα πατροπαράδοτα τραγούδια του Φανού ακολουθούμενος από το χορό που τα επαναλαμβάνει με τον ίδιο τρόπο.

Η εκδήλωση στήνεται σε καθορισμένα μέρη της Κοζάνης, σε συγκεκριμένα σταυροδρόμια, τα οποία και διακοσμούνται καταλλήλως από τους υπεύθυνους κάθε Φανού. Δεν πρόκειται δηλαδή για αυθόρμητες συγκεντρώσεις ανθρώπων που γλεντούν σ’  ένα οποιοδήποτε σημείο της πόλης. Είναι τόσα πολλά τα στοιχεία που συνιστούν έναν πετυχημένο Φανό- ταλέντα, πείρα γνώση  της παράδοσης, διάθεση για εθελοντική προσφορά, συνεργασία και συνύπαρξη- ώστε η καταξίωση και η μακροβιότητα του είναι δύσκολο πράγμα. 

Η καταγωγή του

Πολλοί μελετητές του Φανού προσπάθησαν να ανιχνεύσουν την καταγωγή του επιμένοντας οι περισσότεροι στην άμεση σύνδεσή του με αρχαίες γιορτές, πράγμα που συμμερίζεται και η πλειονότητα των Κοζανιτών. Μη έχοντας τις απαραίτητες γνώσεις κα ικανότητες δεν είμαι σε θέση να καταλήξω σε μια σωστά τεκμηριωμένη άποψη σχετικά με το θέμα. Γι’ αυτό θα περιοριστώ να παραθέσω  τις επικρατέστερες απόψεις, ελπίζοντας  ότι πολύ σύντομα θα εκδηλωθεί ενδιαφέρον από ειδικούς λαογράφους και ιστορικούς για την αποσαφήνιση της προέλευσης του εθίμου.

Ο Νάσης Αλευράς στη μελέτη του « Ο Φανός στην Κοζάνη» αφού ετυμολογεί την ονομασία  του εθίμου από το φαίνω (φέγγω, φωτίζω), προσπαθεί να εξηγήσει την προέλευση του, λέγοντας ότι «δείχνει  μια εικόνα, που πολύ θυμίζει κάτι ανάλογες πολεμικές γιορτές της αρχαίας Ελλάδας. Και σε τέτοιο σημείο μάλιστα ώστε αδίστακτα να ισχυριζόμαστε ότι είναι η συνέχεια εκείνων και ο χορός που χορεύεται(σε χρόνο 2/4) δεν είναι παρά αυτούσιος ο Πυρρίχιος χορός των αρχαίων Ελλήνων»

Ο Λεωνίδας Παπασιώπης στο βιβλίο του «Η Παλιά Κοζάνη» υποστηρίζει οι εορταστικές εκδηλώσεις είχαν μεγάλη ομοιότητα με τα αρχαία Διονύσια, που γιορτάζονταν την ίδια περίπου εποχή κι απ’ τα οποία δεν αποκλείεται να έλκουν την καταγωγή». Αφού κάνει αναφορά σε διάφορα στοιχεία των εορτών αυτών και συγκεκριμένα το γέρο φαγοπότι της πρώτης μέρας, τις Χοές (αγώνες οινοποσίας) της δεύτερης, και τον κώμο, τα πειράγματα δηλαδή και τους χορούς της τρίτης (μεταξύ των οποίων ξεχωρίζουν ο κόρδαξ, «όρχησις φαλλική απρεπής και αίσχρα» και η πυρρίχη, «χορός γύρω και πάνω από τις φωτιές») καταλήγει: «Καμία σχεδόν από τις εκδηλώσεις αυτές δε λείπει απ’ τις Αποκριές».

Την τόσο διαδεδομένη άποψη της καταγωγής του εθίμου από αρχαίες Διονυσιακές γιορτές γενικότερα και του πυρρίχιου ειδικότερα δε θεωρεί αρκετά τεκμηριωμένη ο καθηγητής Στίλπων Κυριακίδης: «πολύ δε ολιγώτερον είναι ορθόν ότι το έθιμο έχει σχέσιν προς τας πολεμικάς εορτάς της αρχαίας Ελλάδος, ο δε χορευόμενος χορός είναι αυτούσιος ο πυρρίχιος των αρχαίων».